Ο Ερμής Δημητρόπουλος διδάσκει Brazilian Jiu Jitsu, Judo και Grappling, όμως μετά από 30 χρόνια ενασχόλησης με τις πολεμικές τέχνες και αγωνιστικών επιτυχιών έχει μάθει πως τη διαφορά κάνει η δύναμη του χαρακτήρα και όχι η φυσική.
Συνέντευξη στον Άγγελο Ρουχωτά
Το βιογραφικό του Δημητρόπουλου είναι από αυτά που μπορεί κανείς εύκολα να… χαθεί. Ξεκίνησε από το τζούντο σαν παιδί το 1990, όμως η δίψα του για τις πολεμικές τέχνες τον οδήγησε σε ένα μοναδικό ταξίδι καταφέρνοντας να αγωνιστεί σε κορυφαίο επίπεδο στο Brazilian Jiu Jitsu, το Grappling, το Sport Ju-Jitsu και το παγκράτιο. Αήττητος σε πανελλήνιο επίπεδο σε μαχητικά αθλήματα επί σειρά ετών, δις Παγκόσμιος & Πανευρωπαϊκός Πρωταθλητής στο Grappling, όπως και (δις) Πανευρωπαϊκός Πρωταθλητής IBJJF NoGi.
Πλέον ως προπονητής στο Hermes Club και στο Phoenix Jiu-Jitsu Hellas, μεταλαμπαδεύει στα νέα παιδιά τις εμπειρίες του, φιλοδοξώντας να χτίσει τους αυριανούς πρωταθλητές. Άλλωστε κάποιος το έκανε γι’ αυτόν, βάζοντας του το ‘μικρόβιο’ το οποίο του άλλαξε τη ζωή.
Ο Ερμής μίλησε στο Fitshop για την αγωνιστική του καριέρα, τις διαφορετικές τεχνικές που εξάσκησε, το επίπεδο της Ελλάδας, καθώς και την ματιά του (πλέον) ως προπονητής.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τις πολεμικές τέχνες;
“Μικρός ήμουν σε οικοτροφείο και μέσα είχε τζούντο. Ήμουν ζωηρό παιδί. Με κράτησε γιατί γούσταρα την επιβράβευση. Μετά ήρθαν τα ταξίδια, οι χαρές, οι στόχοι. Ο προπονητής μου ήταν άψογος σαν χαρακτήρας και με βοηθούσε κάνοντάς με να νιώθω άνετα σε διάφορα πράγματα. Μπόρεσα έτσι και εξελίχτηκα στο χώρο αυτό”.
Είναι τόσο απλό να ασχολείσαι με τόσες διαφορετικές τεχνικές και αθλήματα; Πώς τα κατάφερες;
“Όλα τα είδη έχουν μια κοινή βάση μεταξύ τους. Είναι όλα παλαιστικά. Αυτό που μου πήρε κάποιο χρονικό διάστημα για να φτάσω σε ένα επίπεδο καλό και να παίζω και σε παγκόσμια πρωταθλήματα ήταν όποιο άθλημα είχε striking. Όπως είναι το Fighting Jiu Jitsu που είχε χτυπήματα, οπότε έπρεπε για περίπου δύο χρόνια να επενδύσω σε αυτό το κομμάτι για να μπορέσω να ανέβω επίπεδο. Συνεπώς είχα το παλαιστικό κομμάτι, που ήταν η βάση”.
Τι σε κέρδισε στο grappling;
“Το grappling έχει να κάνει με το έδαφος και ξεκινώντας τον πρωταθλητισμό τότε, μου έδινε την εξής ευκολία: επειδή ήμουν ένας παλαιστής σε υψηλό επίπεδο για τα τότε δεδομένα, ήθελα να παλεύω με μεγαλύτερες ζώνες από αυτές που είχα στο BJJ. Δεν μπορούσα να παίζω ένας αθλητής ήδη φτασμένος σε ένα επίπεδο που συμμετείχα σε Παγκόσμια (με το τζούντο μέχρι τότε), να παίζω με έναν άνθρωπο που ήταν άσπρη ή μπλε ζώνη. Δηλαδή έκανε ένα χρόνο ή δύο χρόνια, γιατί ήταν άδικο σε επίπεδο ανταγωνισμού. Σκέψου να βάζεις έναν ποδοσφαιριστή και έναν παλαιστή να παίξουν μποξ. Είναι άδικο.
Οπότε το grappling μου πρόσφερε ό,τι μπορούσα να παίζω με όλα τα επίπεδα γιατί οι αγώνες διεξάγονταν ανεξάρτητα από τη ζώνη που φοράς. Στο BJJ δεν υπήρχε αυτό. Εγώ που ήμουν αθλητής αγώνων δεν είχα κάποια ομάδα στην Ελλάδα που να νιώθω ό,τι μπορεί να μου προσφέρει. Άρα δεν έκανα κάποια συνεργασία για να πάρω απλά μια ζώνη. Οι περισσότεροι ήταν από αθλήματα όπως Κουνγκ Φου, Καράτε και ξαφνικά βάλανε μια ζώνη και σου λένε παλεύουμε. Μου φαινόταν γελοίο τότε.
Το grappling μου πρόσφερε αγώνες στο εξωτερικό και τίτλους. Όταν έφτιαξα ένα όνομα και μπόρεσα να προχωρήσω, έκανα και τις γνωριμίες μου στο εξωτερικό και έτσι έφερα την ομάδα μου τότε, τη Rio Grappling Club στην Ελλάδα και μπήκα και στο BJJ επίσημα κάτω από μια ομάδα.
Είχα μια πορεία αγωνιστική και επειδή δραστηριοποιούμουν και προπονητικά έπρεπε κάπου να εστιάσω. Δεν μπορούσα να κάνω και τα δύο. Οπότε ασχολήθηκα περισσότερο με τους μαθητές μου και την ανάπτυξη της ομάδας. Έκανα κάποια χειρουργεία ταυτόχρονα και η αγωνιστική μου καριέρα ουσιαστικά πήγε στην άκρη”.
Έχεις μεγάλες επιτυχίες σε διεθνείς διοργανώσεις. Πλέον έχεις αφοσιωθεί πλήρως στην προπονητική; Έχεις καταφέρει να “σκοτώσεις” τον αθλητή μέσα σου;
“Το μικρόβιο του πρωταθλητισμού και ειδικά όταν έχεις καταφέρει πράγματα είναι τόσο ισχυρό μέσα σου, που για να πνίξεις αυτόν τον εγωισμό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ακόμα και σήμερα θα ήθελα πάρα πολύ να πω θα τα κάτσω μια σεζόν – ένα, δύο χρόνια – να κάνω κι εγώ ξανά πρωταθλητισμό. Όσο λοιπόν κι αν πνίγεις το μικρόβιο και θες να προσέξεις τους ανθρώπους που σε εμπιστεύονται και συνεργάζεστε για να κάνουν και αυτοί πρωταθλητισμό, είναι δύσκολο. Εγώ το κατάφερα καθώς ασχολήθηκα με τους μαθητές μου, να κάνουν επιτυχίες και να ανεβάσω την ομάδα.
Ποιο ήταν το peak της αγωνιστικής σου καριέρας και ποιο της προπονητικής;
“Είχα κάνει τρομερή προετοιμασία, οκτώ ώρες την ημέρα και πίστευα μέσα πως μπορώ να πάρω μια παγκόσμια διάκριση. Δεν μπορούσα όμως με τα μάτια ενός τρίτου να συνειδητοποιήσω πως δεν είχα ψηθεί, δεν είχα την εμπειρία. Θεωρώ πως η μεγαλύτερη επιτυχία σε μένα ήταν όταν κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου μετά από τραυματισμούς που είχα. Έκοψα χιαστούς, είχα προβλήματα οικονομικά. Ήταν μια μαύρη περίοδος, μια διετία που με διέλυσε. Κατάφερα σε αυτό το χρονικό διάστημα να πάρω τα πάνω μου και να πάρω μια δεύτερη θέση σε παγκόσμιο πρωτάθλημα. Μετά ακολούθησε και πρώτη. Όμως αυτή η διάκριση μετά από χίλια προβλήματα μου έδωσε την ενέργεια να κάνω ό,τι έχω πετύχει μέχρι και σήμερα σε επαγγελματικό επίπεδο. Με ανέβασε.
Σαν προπονητής ή αρχηγός ομάδας ήταν το 2017, όταν καταφέραμε σαν ομάδα να βγούμε πρωταθλητές Ευρώπης στο BJJ στο No Gi. Και θα πει κάποιος ‘είχατε μια ομάδα, που σημαίνει ότι μπορεί να συμμετείχαν και από άλλες σχολές του εξωτερικού και να το χτυπήσατε όλοι μαζί’. Στην πραγματικότητα 67 από τα 81 μετάλλια που πήραμε σαν ομάδα Rio. Μόνο σαν ελληνική αποστολή βγαίναμε 3οι στην Ευρώπη και μαζί με 10-15 μετάλλια βγήκαμε πρωταθλητές Ευρώπης. Και όλα αυτά μεταξύ ομάδων που είναι πάρα πολλά χρόνια στο χώρο, έχοντας ένα τεράστιο δίκτυο από σχολές. Έρχονται ακόμα και σήμερα αθλητές από Αμερική και Βραζιλία για να ενισχύσουν την ομάδα τους και να χτυπήσουν το Πανευρωπαϊκό. Αυτό που καταφέραμε ήταν ένα όνειρο που είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσεις ό,τι συνέβη”.
Επαγγελματίας αθλητής BJJ στην Ελλάδα. Γίνεται;
“Σαν αθλητής στην Ελλάδα αν εξαιρέσεις τα ομαδικό σπορ, κυρίως ποδόσφαιρο και μπάσκετ, πρέπει να βάλεις πολλά λεφτά από την τσέπη σου για να καταφέρεις να έχεις αξιοπρεπή παρουσία σε διεθνές επίπεδο. Άρα είσαι πελάτης τον περισσότερο χρόνο ως αθλητής που κάνει πρωταθλητισμό, παρά επαγγελματίας. Λυπάμαι που το λέω, αλλά όντως ο αθλητής πρέπει να αφιερώσει πάρα πολλά για να καταφέρει να φτάσει στο στόχο του. Δεν βγάζει λεφτά.
Αυτό έχει αντίκτυπο στην ποιότητα της προετοιμασίας του, στους ανθρώπους που συνεργάζεται. Πόσα άτομα θα ασχοληθούν; Πόσα αντέχει να δώσει ένας αθλητής για να έχει ένα σωστό γιατρό από πάνω του, διατροφολόγο, ψυχολόγο, έναν για fitness, για τεχνική. Πολλά τα εμπόδια”.
Υπάρχει ταλέντο στις πολεμικές τέχνες στην Ελλάδα;
“Υπάρχει απίστευτο ταλέντο. Σαν χώρα αυτό που έχω βιώσει στα 30 χρόνια που είμαι στο χώρο, είναι ό,τι σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα καταφέρνουν αθλητές χωρίς έχουν τα μέσα που έχουν άλλες χώρες να ανεβαίνουν ραγδαία. Δύσκολα θα φτάσουν σε κορυφαίο επίπεδο, αλλά σε ένα ικανοποιητικό φτάνουν πολύ γρήγορα. Αυτό δείχνει ταλέντο. Αν καταφέρναμε να δώσουμε σε αυτά τα παιδιά τις συνθήκες να αναπτυχθούν θα βλέπαμε θαύματα. Μπορεί να γίνει τρομερή δουλειά”.
Τεχνική, φυσική κατάσταση, δύναμη. Τι θεωρείς πώς είναι πιο σημαντικό στις πολεμικές τέχνες;
“Ο χαρακτήρας. Γιατί αν δεν έχεις τον κατάλληλο χαρακτήρα δεν μπορείς να μεγαλώσεις σωστά σε έναν χώρο που έχει κούραση, τριβή, προβλήματα. Δεν είναι απλό να κάνεις πρωταθλητισμό. Είναι δύσκολο να μένεις συγκεντρωμένος για μεγάλο χρονικό διάστημα. Να δέχεσαι ήττες, τραυματισμούς. Ακόμα και τις νίκες σου, αν δεν έχεις χαρακτήρα. Αυτό είναι το πιο σημαντικό κομμάτι.
Έχουν περάσει πάρα πολλοί αθλητές από τα χέρια μου και πραγματικά κάποιοι ήταν ταλέντα. Επειδή τα ταλέντα είχαν τη δυνατότητα να πάρουν γρήγορα την επιβράβευση και εύκολα, επαναπαύτηκαν. Ένας αθλητής που δεν είχε φυσική κατάσταση ή background, αλλά είχε θέληση, πείσμα και μια καλοσύνη ως άνθρωπος μπορεί να φτάσει πιο ψηλά. Αυτό θα σε βοηθήσει να είσαι και ευχάριστο μέλος μια ομάδας. Έστω κι αν αργήσεις παραπάνω να φτάσεις σε ανταγωνιστικό επίπεδο, η προσωπικότητα είναι αυτή που θα σε κρατήσει ψηλά”.
Έχω αρκετούς αθλητές οι οποίοι στην κατηγορία που παίζουν θα μπορούσαν να χτυπήσουν μια πανευρωπαϊκή ή ακόμα και παγκόσμια διάκριση.
Η κατάσταση με την πανδημία; Θεωρείς πως η κυβέρνηση αδιαφόρησε για τα γυμναστήρια και τις λέσχες πολεμικών τεχνών;
“Οφείλουμε να ξεχωρίσουμε τα γυμναστήρια από τους αθλητικούς ομίλους. Τα γυμναστήρια έχουν δεχθεί μεγάλη ταλαιπωρία. Οικονομική, κάθε είδους. Οι αθλητικοί όμιλοι επειδή δεν φορολογούνται δεν έχουν βοηθηθεί καθόλου για δύο ολόκληρες σεζόν, δύο χρόνια. Ένα γυμναστήριο αυτό που θα χάσει είναι οικονομικό, αλλά δεν χάνει από έργο που έχει προσφέρει στην κοινωνία άμεσα σε σύγκριση με έναν όμιλο. Τι εννοώ… Ο όμιλος που πλάθει αθλητές μπορεί να είχε 20, 40 παιδιά που ξεκίνησαν από πέντε ετών και έχουν φτάσει σε ηλικία πρωταθλητισμού, γύρω στα 16 τους. Ηλικία να βγουν έξω. Αυτά παιδιά καταστράφηκαν. Αυτές οι δύο χαμένες σεζόν γκρέμισαν ό,τι είχαν καταφέρει όλα αυτά χρόνια. Τη στιγμή που είσαι έτοιμος να πας στην Εθνική, σε διεθνείς διοργανώσεις, σταματούν όλα. Και δεν ξέρουμε πότε θα σταματήσει αυτό.
Και λένε ‘γιατί δεν πας έξω να προπονηθείς;’. Θα πας έξω, στο γρασίδι να κάνεις πρωταθλητισμό; Δεν είσαι αθλητής στίβου, δεν γίνεται απλά. Άρα η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη για τους αθλητικούς ομίλους και τα ίδια τα παιδιά και τους προπονητές τους”.